Ομάδα προσωπικής ανάπτυξης με θέμα τα Όνειρα – ΔΗΛΩΣΤΕ ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ

Η Διαδικασία Focusing: Θεωρία και Εφαρμογές

Εισαγωγή

O Eugene Gendlin οδηγήθηκε στην διαδικασία εστίασης μέσα από μια πορεία φιλοσοφικής αναζήτησης αλλά και μέσω μιας έρευνας η οποία ήταν προσανατολισμένη στους παράγοντες που καθιστούν την ψυχοθεραπεία πιο αποτελεσματική. Στο πλαίσιο της διατριβής του στη φιλοσοφία, διερεύνησε την «συμβολοποίηση της εμπειρίας μας και τη σχέση μεταξύ της βιωματικής διαδικασίας και των συμβόλων μέσω των οποίων αρθρώνουμε την βιωματική διαδικασία» (Purton 2016, σ. 89). Αργότερα, εκπαιδεύτηκε από τον Rogers στον Κέντρο Συμβουλευτικής του Πανεπιστημίου του Σικάγο και εντάχθηκε στην ερευνητική ομάδα που μελετούσε τον ρόλο της σχέσης θεραπευτή-θεραπευόμενου στην ψυχοθεραπευτική διαδικασία, όπου και υποστήριζε ότι «η αποτελεσματικότητα της ψυχοθεραπείας έχει κατά πολύ να κάνει με το αν ο θεραπευόμενος μπορεί να στρέψει την προσοχή στο άμεσο βίωμα του» (Purton 2016, σ. 91). Για τον Gendlin ο λόγος που οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν προβλήματα εντός αλλά και εκτός του θεραπευτικού πλαισίου είναι ότι κάτι μπλοκάρει τη βιωματική  διαδικασία τους και «δεν τους προάγει», δεν τους επιτρέπει να προχωρήσουν ανεμπόδιστα μπροστά και να απελευθερωθούν από μια «κολλημένη» κατάσταση (Gendlin 1964β/1973) .

 Ο Gendlin, υποστήριζε ότι η συμβολοποίηση του βιώματος είναι αυτή που μπορεί να φέρει την επιθυμητή θεραπευτική αλλαγή. Παρατήρησε ότι οι ασθενείς που είχαν καλά θεραπευτικά αποτελέσματα ήταν εκείνοι που είχαν την ικανότητα από μόνοι τους να επικεντρώνονται στο άμεσο βίωμα, ενώ οι υπόλοιποι χρειαζόταν μια ώθηση για να στραφούνε προς αυτό. Η ώθηση αυτή δόθηκε από τον Gendlin μέσω μιας βιωματικής διαδικασίας που έχει ως στόχο την προσέγγιση της άρρητης πλευράς του βιώματος και της μετατροπής του σε κάτι ρητό και κατανοητό. Η Διαδικασία Εστίασης (Focusing) είναι  ο όρος του Gendlin για τη συνολική διαδικασία που λαμβάνει χώρα όταν στρέφουμε την προσοχή μας συστηματικά στη βιωμένη αίσθηση μας για κάτι (Purton 2016, σ.112). Το focusing μπορεί να χρησιμοποιηθεί με διάφορους τρόπους: α)μπορεί να γίνει αντικείμενο διδασκαλίας ώστε να το εφαρμόζει κανείς στον εαυτό του, β) ο θεραπευτής/ρια μπορεί να εισάγει τον πελάτη στις βασικές ιδέες μέσα σε μια ψυχοθεραπευτική συνεδρία (Purton 2016, σ. 121.) και γ) η θεραπεύτρια/ης μπορεί να «ανταποκρίνεται με έναν Focusing-βιωματικό τρόπο» στον πελάτη χωρίς να συζητάει για αυτό (Purton 2016, σ. 122).

 Η βιωμένη αίσθηση είναι κάτι που αναδύεται σωματικά και για αυτό τα βήματα στη διαδικασία εστίασης έχουν ως στόχο σε πρώτη φάση την επαφή με τον τρόπο με τον οποίο αυτή εκφράζεται σωματικά και μετά την αποσαφήνιση της μέσω της συμβολοποίησης.  Η σειρά με την οποία γίνονται τα βήματα δεν είναι πάντα η ίδια, γιατί η ίδια η αίσθηση μπορεί να αλλάζει στην πορεία και να πηγαίνει την διαδικασία αλλού. Η αρχική επαφή με την βιωμένη αίσθηση, η γνωριμία και η κατανόηση του μηνύματος που μεταφέρει γίνεται μέσα σε ένα πλαίσιο ζωντανής δυναμικής αλληλεπίδρασης που μπορεί να γεννά και άλλα νέα βιώματα ή να εγκυμονεί άλλα παλαιότερα. Το σώμα είναι αυτό που φέρει την βιωμένη αίσθηση και μέσω αυτού της δίνεται η ευκαιρία να συμβολοποιηθεί. Όπως γράφει ο Ζαρογιάννης, το Focusing δεν είναι παρά μια πρόσκληση για εστίαση/επικέντρωση στο σώμα που σημαίνει στον ψυχικό μου βίο, στο βίωμα μου ή την βιωματική ροή, έτσι ώστε να μπορέσω να την αφήσω να μιλήσει» (2017, σ. 141).

Για να γίνει η διαδικασία εστίασης κατανοητή, παρακάτω θα συζητηθεί με ποιόν τρόπο χρησιμοποιούνται εντός αυτού του θεωρητικού πλαισίου, οι όροι σώμα, βίωμα, βιωμένη αίσθηση και βιωμένη αλλαγή. Θα συζητηθεί επίσης και ο τρόπος που μπορεί να γίνει αντιληπτό το focusing, μέσα από το πρίσμα της σύγχρονης νευροεπιστήμης.

Το σώμα

Στον πολιτισμό που ζούμε το σώμα συνήθως νοείται ως ένα σύνολο μελών και εσωτερικών οργάνων, ένα αντικείμενο εξέτασης και διαχείρισης, κάτι που σχετίζεται με την εμφάνιση και την υγεία. Το σώμα το αντιλαμβανόμαστε συνήθως σαν κάτι διαχωρισμένο από το μυαλό και την ψυχή, σαν κάτι που έχουμε, όχι σαν κάτι που είμαστε. Στην φιλοσοφική θεώρηση του Gendlin το σώμα είναι κάτι τελείως διαφορετικό από μια δομή, είναι μια διαδικασία. Σε αντίθεση με την μηχανιστική αντίληψη του ανθρώπινου σώματος που έχει επικρατήσει από την αναγέννηση και μετά, Ο Gendlin υποστηρίζει πως «το σώμα δεν είναι μια μηχανή, αλλά μια υπέροχα ευαίσθητη αλληλεπίδραση με όλα όσα υπάρχουν γύρω σας, για αυτό και το σώμα γνωρίζει τόσα πολλά, απλά και μόνο μέσα από την ύπαρξη του» (Gendlin 2006, εισαγωγή σ. xix).

Στη διαδικασία εστίασης η έννοια του σώματος αγκαλιάζει όλες τις διαστάσεις της ανθρώπινης ύπαρξης, χωρικά και χρονικά, γιατί περιλαμβάνει το μέσα και το έξω, το τώρα αλλά και το πριν και το μετά. Το σώμα ορίζεται ως το «ζων σώμα», που αποτελείται από συνεχείς αλληλεπιδράσεις σώματος-περιβάλλοντος, όχι από ξεχωριστές δομές που σε δεύτερη φάση αλληλεπιδρούν με το περιβάλλον. Όπως λέει o Gendlin, «τα έμβια όντα είναι ήδη σε λειτουργία όταν φτιάχνουν τα μέρη τους, η διαδικασία προϋπάρχει των μελών» (2012, σ. 6), η διαδικασία είναι δηλαδή αυτή που διαμορφώνει την δομή, η οποία δομή συνεχώς αλλάζει.

Αυτό που είμαστε είναι αυτό που συμβαίνει και ξετυλίγεται όσο ζούμε, τα κύτταρα μας, η υγεία μας, οι διαπροσωπικές σχέσεις και ό,τι βιώνουμε συνεχίζει να εξελίσσεται και να ενσωματώνει όσο συμβαίνουν σε μας, μαζί με εμάς αλλά και με τους άλλους και το περιβάλλον. Το σώμα μας είναι διυποκειμενικό, διαμορφώνεται, γίνεται αντιληπτό και εκφράζεται μέσα από την αλληλεπίδραση μας με τους άλλους και με το περιβάλλον, υπάρχει σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο.  Ο Merleau-Ponty λέει πως ένα διυποκειμενικό σύστημα διαμορφώνεται ανάμεσα στο σώμα-υποκείμενο και σε ένα άλλο (Madison 2018, σ.132),  για τον Gendlin το σώμα υποκείμενο  αλληλεπιδρά όχι μόνο με άλλα σώματα αλλά και με κάθε κατάσταση που εκτυλίσσεται μέσα στον χρόνο που αυτό είναι ζωντανό. Ο άνθρωπος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι υπάρχει ως σώμα-διαδικασία, μια διαδικασία που αλλάζει συνεχώς «τόσο που μπορεί να μην μοιάζει με το αρχικό, σα να μην παραμένει το ίδιο, παρόλο που εξελίσσεται σε ένα συνεχές (Gendlin 2012, σ.5). Η ύπαρξη βιώνεται μέσω του σώματος και η ύπαρξη δεν είναι στατική αλλά δυναμική. Ως άνθρωποι δεν έχουμε σώμα, είμαστε σώμα.

Το βίωμα

Αντίστοιχα με τον τρόπο που η λέξη σώμα χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα σύνολο μελών και οργάνων, ο όρος βίωμα συχνά χρησιμοποιείται αντί της λέξης εμπειρία, για να περιγράψει μια συγκεκριμένη κατάσταση στην οποία κάποια ή κάποιος έζησε. Η εμπειρία (experience) είναι κάτι περιορισμένο, είναι χωροχρονικά και καταστασιακά προσδιορισμένη: εμπειρία της φοιτητικής ζωής, μιας ασθένειας, ενός ταξιδιού….

Το βίωμα (experiencing) όμως είναι κάτι άλλο, κάτι που δύσκολα περιχαρακώνεται χωρικά και χρονικά και κάτι που δεν έχει πάντα λεκτικό αποτύπωμα. Το βίωμα είναι κάτι πολύ σαφές για αυτήν ή αυτόν που το βιώνει αλλά πολύ δύσκολο να προσδιοριστεί με λέξεις ή να τοποθετηθεί στον χώρο και στον χρόνο που εκτυλίσσεται, που βιώνεται. «Ο ψυχικός βίος ο ίδιος είναι μια αλληλουχία, μια σύνθετη πολλαπλότητα βιωμάτων που αλληλοσχετίζονται και ο οποίος βιώνεται σωματικά» (Ζαρογιάννης 2017, σ.141).  Το βίωμα δεν είναι ούτε καινούριο, ούτε παλιό, αλλά συνεχές και εναλλασσόμενο κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου και για αυτό μπορεί να οριστεί και ως βιωματική ροή (Ζαρογιάννης 2017-18).

 Η θέαση μιας ανατολής από μόνης της δεν είναι βίωμα, αλλά εμπειρία. Ο τρόπος όμως που επιδρά την συγκεκριμένη μέρα ο ήλιος που ανατέλλει πάνω σε ένα ζων σώμα, σχετίζεται με τις παλαιότερες ανατολές που έχει αντικρύσει το σώμα αυτό, με τα χρώματα της παρούσης ανατολής και με όλες τις υπόλοιπες διαθέσιμες αναπαραστάσεις και διαθέσεις που υπάρχουν σε αυτό το ζων σώμα τη συγκεκριμένη στιγμή. Μια στιγμή που διαμορφώνεται από όλες τις προηγούμενες και όλες τις αναμενόμενες μελλοντικές. Η ανατολή για έναν άνθρωπο που γνωρίζει ότι  διανύει την τελευταία μέρα της ζωή του και δεν πρόκειται να δει άλλη, είναι πολύ διαφορετική από ότι για κάποιον που κάθε πρωί ξυπνάει στις 5 το πρωί να πάει στη δουλειά και απλά την προσπερνάει ως ένα κομμάτι του φόντου στον δρόμο για τη δουλειά του.

Η βιωμένη αίσθηση και η ενεχόμενη πολυπλοκότητα

Με τον όρο βιωμένη αίσθηση (felt sense) εννοούμε την «γεύση» που μας αφήνει μια εμπειρία. Είναι η απροσδιόριστη λεκτικά αλλά σαφώς προσδιορισμένα σωματικά αίσθηση που συνδέεται με κάποιο βίωμα και οτιδήποτε αυτό περιλαμβάνει. Κατά τη διαδικασία εστίασης προσπαθούμε να στρέψουμε την προσοχή μας προς αυτήν και να την αφουγκραστούμε, να την αφήσουμε να μιλήσει μέσω του καταλληλότερου συμβόλου (λέξης ή εικόνας). Σύμφωνα με τον Gendlin (2006) «όταν επιτυγχάνεται η εύρεση του κατάλληλου συμβόλου, υπάρχει συμφωνία ανάμεσα στο σύμβολο και την απόδοση της βιωμένες αίσθησης» και αυτή η συμφωνία είναι κάτι που βιώνεται σωματικά κει επιφέρει και την επιθυμητή αλλαγή, την βιωμένη αλλαγή (felt shift).

H βιωμένη αίσθηση αναδύεται στο παρόν ή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας εστίασης, αλλά δεν αναφέρεται μόνο σε αυτό. Σύμφωνα με τον Gendlin οι αναρίθμητοι παράγοντες του παρελθόντος, και αυτοί που δεν εμφανίζονται τώρα, διαμορφώνουν αυτό που τώρα συμβαίνει (2012, σ.8). Κατά κάποιον τρόπο οι παράγοντες αυτοί λειτουργούν και στο τώρα, υπόρρητα στην βιωματική ροή του καθενός και της καθεμίας, διαμορφώνοντας την παρούσα βιωμένη αίσθηση. Ενεχόμενη πολυπλοκότητα (implicit intricacy) είναι ο όρος που χρησιμοποιεί ο Gendlin (2012) για να περιγράψει όλο αυτό το σύμπλεγμα πιθανοτήτων που ενυπάρχει στην βιωμένη αίσθηση. Το κάθε παλαιότερο ή νοητικά λησμονημένο βίωμα ενυπάρχει στην παρούσα βιωμένη αίσθηση και εμπεριέχει  ολόκληρη την εμπειρία της ύπαρξης κατά τη διάρκεια της ζωής του καθενός και καθεμιάς από εμάς.  Όπως λέει ο Ζαρογιάννης «το κάθε υπόρρητο βίωμα μου συνδέεται άμεσα με ολόκληρο τον ψυχικό μου βίο, με την βιογραφία μου, την ενέχει» (2017, 142).

Η βιωμένη αίσθηση με την οποία ερχόμαστε σε επαφή κατά τη διαδικασία εστίασης αποτελεί γέφυρα για να περάσουμε στο βίωμα και να συνδεθούμε με τον ψυχικό βίο μας στο σύνολο του. Το σώμα, ως φορέας αυτού του ψυχικού βίου μεταδίδει μέσω της βιωμένης αίσθησης ένα μήνυμα, μια νέα γνώση σχετικά με την παρούσα κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο εστιαζόμενος. Σύμφωνα με τον Gendlin, «δίνοντας προσοχή και έκφραση στη βιωμένη αίσθηση, ήδη προάγουμε μια διαδικασία. Η αλληλεπίδραση ανάμεσα στο άμεσο βίωμα και στην προσοχή συνεπάγεται μια αλλαγή στο άμεσο βίωμα» (όπως αναφέρεται στον Purton 2016, σ.113).

Η Προαγωγική Τάση και η Βιωμένη Αλλαγή

 Η διαδικασία εστίασης, δεν περιορίζεται στην επαφή με τα συναισθήματα και στη νοηματοδότηση παλιών εμπειριών, αλλά επεκτείνεται στην αλλαγή θέασης του παρελθόντος και στη βιωματική αλλαγή του παρόντος και πιθανόν και του μέλλοντος.

Ο σπόρος για αλλαγή υπάρχει σε κάθε άνθρωπο, όπως και γενικότερα σε κάθε ον, υπάρχει η πιθανότητα κάτι να αναπτυχθεί και να εξελιχτεί σε κάτι διαφορετικό μέσα σε μια ανεμπόδιστη ροή. Υπάρχει όμως και η πιθανότητα να τελματωθεί μια διαδικασία εξέλιξης, λόγω κάποιου εμποδίου. Ο Gendlin στο «μοντέλο διαδικασίας» (2012), υποστηρίζει ότι όταν το περιβάλλον δεν βοηθάει να εκφραστεί το βίωμα που ενέχεται σωματικά, τότε το σώμα συνεχίζει να «υπονοεί» (is implying) το κομμάτι της διαδικασίας που δεν προχώρησε, μέχρι να βρει έναν τρόπο να προχωρήσει.  Ακόμα όμως και στις περιπτώσεις που κάτι μπλοκάρει τη διαδικασία,  υπάρχει κάτι που συνεχίζει να ενεργεί μέσα στον οργανισμό, η κινητήριος δύναμη που θα μπορούσε να τον προάγει μπροστά. Το ζων σώμα γνωρίζει τι είναι καλύτερο για το ίδιο.    Ακόμα και όταν βρισκόμαστε σε μια «κολλημένη» κατάσταση, μέσα στην ίδια αυτή κατάσταση ενέχεται υπόρρητα αυτό που θα την απελευθέρωνε» (Purton 2016, σ. 110). Μέσω της διαδικασίας εστίασης μπορούμε να έρθουμε σε επαφή με αυτό που γνωρίζει το σώμα μας, αυτό θα μας βοηθήσει να προαχθούμε μπροστά (carrying forward) προς αυτό που ο Gendlin ονομάζει «κατεύθυνση του φρέσκου αέρα» (Purton 2016, σ. 149).

Η βιωμένη αλλαγή έρχεται όταν επιτευχθεί η αποτελμάτωση, αποκατασταθεί η ροή του βιώματος και συμβολοποιηθεί με έναν κατανοητό τρόπο στον εστιαζόμενο έτσι ώστε να την νοιώθει την αλλαγή σωματικά.

Η Διαδικασία Εστίασης μέσα από το πρίσμα της σύγχρονης νευροεπιστήμης

Η σύγχρονες νευροεπιστήμες προσεγγίζουν το θέμα της ανθρώπινης ύπαρξης με παρόμοιο τρόπο με το «μοντέλο διαδικασίας» (process model) του Gendlin, εφόσον αποδέχονται πλέον ότι οι άνθρωποι είναι κοινωνικά όντα και ότι το μυαλό αναπτύσσεται συνεχώς σε ένα πλαίσιο αλληλεπίδρασης. Ο όρος που χρησιμοποιείται τα τελευταία χρόνια για να περιγράψει την δυνατότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου να αλλάζει συνεχώς μεσώ της σύναψης νέων νευρωνικών δικτύων και την δημιουργία νέων νευρώνων είναι η «Πλαστικότητα του εγκεφάλου» (brain plasticity), «ευπλαστότητα» ή αλλιώς νευροπλαστικότητα (neuroplasticity). Από την δεκαετία του 1990 και μετά, οι ερευνητές έχοντας νέους «ανοσοιστοχημικούς δείκτες με εκλεκτική συγγένεια για τους πρόσφατα δημιουργημένους νευρώνες, απέδειξαν ότι η νευρογένεση στην ενήλικη ζωή, λαμβάνει πράγματι χώρα στον ιππόκαμπο του επίμυος» (Cameron et al., 1993 όπως αναφέρται στον Pinel 2011, σελ. 247).  Ο τρόπος που λειτουργεί ο εγκέφαλος, η διαδικασία του, προϋπάρχει της δομής, εφόσον η δομή των νευρώνων δεν είναι σταθερή αλλά διαμορφώνεται κατά τη διάρκεια όλης της ζωής του ατόμου σε συνεχή αλληλεπίδραση με το περιβάλλον ώστε να προσαρμοστεί με τον πιο ωφέλιμο τρόπο σε ότι βιώνει ο οργανισμός.   

Επίσης η αξία της ψυχοθεραπείας στη θεραπεία του τραύματος μπορεί πλέον να αποτυπωθεί, να εξηγηθεί και να αποδειχθεί και νευροβιολογικά (Schore 2003a). Οι πρακτικές που δημιουργούν γέφυρες ανάμεσα στη σωματική αίσθηση και σε αυτό που λέγεται μυαλό έχουν μελετηθεί συστηματικά τα τελευταία χρόνια. Συγκεκριμένα οι πρακτικές που φαίνεται να βοηθάνε τον άνθρωπο να προαχθεί, έχει παρατηρηθεί ότι συμβάλλουν και στην ανάπτυξη νευρωνικών δικτύων, στην αλλαγή δηλαδή της λειτουργίας αλλά και της δομής του εγκεφάλου. Το Focusing και η Focusing Oriented Therapy αποτελούν τέτοιες πρακτικές στις οποίες είναι απαραίτητες: o «αμοιβαίος συντονισμός, η συν-δημιουργία ενός διυποκειμενικού πεδίου που αφήνει χώρο για αμοιβαία ρύθμιση της δυάδας ώστε να προχωρήσει η διαδικασία πέρα από αυτό που το σώμα ενέχει και μέχρι τότε υπονοεί (Εllis 2012).

Οι νευροεπιστήμονες έχουν ανακαλύψει ότι «αντιλαμβανόμαστε πως αισθανόμαστε μέσω του σώματος μας» (Lacobini, 2008). Η διαδικασία εστίασης στρέφει την προσοχή του ανθρώπου στο σώμα με έναν τρόπο που είναι σα να παρατηρεί το μυαλό το σώμα. Με νευροεπιστημονικούς όρους αυτό που συμβαίνει είναι ότι μεγάλο μέρος του αριστερού ημισφαιρίου του εγκεφάλου (λογική, γλώσσα) γεφυρώνεται με το δεξί ημισφαίριο, το οποίο συνδέεται περισσότερο με κάποιες σωματικές αισθήσεις και συναισθήματα (Εllis, 2012). Στρέφοντας την προσοχή στην σωματική αίσθηση, μέσω της διαδικασίας εστίασης, η λογική και η γλώσσα αποκτούν πρόσβαση σε περιοχές που πρωτύτερα ήταν για αυτές αχαρτογράφητες. Η διαδικασία του focusing φέρνει στη συνείδηση του εστιαζόμενου αυτά που υπόρρητα ενυπήρχαν μόνο σε διαδικασίες του δεξιού ημισφαιρίου, το οποίο «Περιέχει τον πιο κατανοητό και ολοκληρωμένο χάρτη του σώματος που είναι διαθέσιμο στον εγκέφαλο» (Damasio 1994, σ.66). Το focusing γενικότερα, αλλά και η Focusing βιωματική ψυχοθεραπεία διευκολύνουν την διαδικασία σύναψης νέων νευρωνικών δικτύων στον εγκέφαλο όταν προσκαλούν τους θεραπευόμενους να στραφούν προς το βίωμα τους και να συμβολοποιήσουν αυτό που πρωτύτερα ήταν υπόρρητο. Πρόσφατη νευροεπιστημονική έρευνα «διαβεβαιώνει και υποστηρίζει την πρακτική της Focusing Βιωματικής Ψυχοθεραπείας, προσφέροντας συγκεκριμένες πληροφορίες για το πως λειτουργεί η Διαδικασία Εστίασης» (Ellis 2012, σ. 45).

Λίγες σκέψεις κλείνοντας…

Η Διαδικασία εστίασης αποτελεί  έναν διαφορετικό τρόπο θεώρησης της ζωής και αντίληψης του εαυτού. Ο εαυτός δεν είναι περιχαρακωμένος στα ατομικά σύνορα, ούτε συνδέεται με μια δομή προσωπικότητας, γιατί o άνθρωπος δεν είναι δομή αλλά διαδικασία. Το σώμα αντίστοιχα δεν είναι ένα δερμάτινο σακί από κόκκαλα ή μια σύνθετη μηχανή, αλλά η ζωή όπως ξεδιπλώνεται και απλώνεται χωρικά και χρονικά σε όλες τις βιωμένες πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης.   

Για μένα, η πρακτική του focusing μέσα στην καθημερινότητα είναι ένας άλλος τρόπος να υπάρχω.  Μια γνωριμία και επαφή με ότι περικλείει το εδώ και τώρα, ακόμα και όταν αυτό αναπόφευκτα περικλείει μέσα το παρελθόν και το μέλλον. Μέσα από αυτή τη διαδικασία ένοιωσα ότι συναντάω έναν παλιό γνώριμο φίλο αλλά και κάποιες στιγμές ότι ανακαλύπτω μέσα μου κάτι ολόφρεσκο και άγνωστο που δεν περίμενα να συναντήσω.

Στα πλαίσια των θεραπευτικών συνεδριών, παρατήρησα ότι όταν καταφέρνω να εφαρμόσω με κάποιους πελάτες την focusing-βιωματική προσέγγιση, η ποιότητα της σχέσης μας αλλάζει. Γίνεται κατά κάποιον τρόπο πιο ζεστή και πιο «συνωμοτική», σα να μοιραζόμαστε έναν κοινό αλλά αθέατο για τους άλλους κόσμο. Αυτό που μου έχει κάνει μεγαλύτερη εντύπωση είναι πως οι θεραπευόμενες πλέον έχουν αρχίσει να προσεγγίζουν την βιωμένη αίσθηση από μόνες τους και πώς μπορούν μετά από κάποιο διάστημα να μπαίνουν σε μια ροή η οποία μας αιφνιδιάζει όμορφα με νέες εικόνες, αισθήσεις αλλά και συνειδητοποιήσεις που δεν αναμέναμε να έρθουν.   

Βιβλιογραφία

Damasio, A.R. (1994) Descartes’ error. New York: Norton.

Ellis, L. (2012). The Attuned Brain: Crossings in Focusing-Oriented Therapy and Neuroscience. The Folio: Α Journal for Focusing and Experiential Therapy n.23,p.36-46.

Gendlin, E.T. (1997). A process model. New York: The Focusing Institute.

Gendlin, E.T. (1964b/1973).  A Theory of personality change. In A.R. Mahrer and L. Pearson (eds). Creative Developments n Psychotherapy. New York: Jason Aronson (1973). Originally published in P.Worchel and D. Byrne (eds). Personality Change. New York: Wiley (1964).

Gendlin, E.T. (2006). Διαδικασία Εστίασης (Focusing): Πως επιτυγχάνεται άμεση πρόσβαση στη γνώση του σώματος. Αθήνα: Εκδόσεις Παρισιάνου.

Gendlin, E.T. (2012). Process generates structures: Structures alone don’t generate process. The Folio: Α Journal for Focusing and Experiential Therapy n.23, p.3-13.

Lacobini, M. (2008). Mirroring people. New York: Farrar, Straus and Giroux.

Levine, P.A. (2010).  In an unspoken voice: how the body releases trauma and restores goodness. Berkeley, CA: North Atlantic Books.

Madison, G. (2018). Focusing, Διυποκειμενικότητα, και “Θεραπευτική Διυποκειμενικότητα”. Eποχή τεύχος 6, Ιούνιος 2018, σ.127-144.

Pinel, J.P.J. (2011). Βιοψυχολογία. Αθήνα: Ίων, Εκδόσεις Έλλην.

Purton ,C. (2004). Προσωποκεντρική Θεραπεία. H Focusing – βιωματική προσέγγιση. Αθήνα: Ελληνικό Κέντρο Focusing.

Schore, A. N. (2003a). Affect dysregulation and disorders of the self. New York and London: W.W. Norton and Company.

Wilkinson, M. (2010).  Changing Minds in Therapy: Emotion, attachment, trauma and neurobiology. New York: W.W.Norton.

Ζαρογιάννης, Π.(2017). Σχέδιο για την Ερμηνευτική στην Προσωποκεντρική και Focusing-Βιωματική Ψυχοθεραπευτική Πράξη.  Εποχή τεύχος 5, Δεκέμβριος 2017, σ. 130-146.